Η καρδιά μας ένα ασίγαστο ηφαίστειο που κοχλάζει.
Κι ο Νους ωκεανός απέραντος, που σμίγει στο μεταίχμιο με την λάβα της καρδιάς και την αργοσβήνει.
Μια ταλάντωση δίχως οίκτο, μια μάχη ατελείωτη.
Όμως ό,τι έχει αρχή, έχει και τέλος, και το κάρμα εξαντλείται.
Το άλφα οδηγεί στο ωμέγα και το άπειρο συγκλίνει στην σημειακή ιδιομορφία.
Και τότε βλέπει ο άνθρωπος καθαρά ότι όλα ήταν προσχεδιασμένα.
Και ότι η ολόλαμπρη πλάση δεν ήταν παρά μια μαύρη τρύπα.
Ότι η επίγεια βιωτή δεν ήταν παρά ένα μονόπρακτο σκηνοθετημένο στην αντανάκλαση της φωτιάς του σπηλαίου του Πλάτωνα.
Και ότι ο πανδαμάτωρ χρόνος συνωμότησε με τον μαύρο κάλπικο Έρωτα και καταβρόχθισε σε μια στιγμή την αιωνιότητα.
Τότε συνειδητοποιεί ο άνθρωπος ότι η χαρά των στιγμών δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια φυτευτή εικονική πραγματικότητα.
Και ο αληθινά ζωντανός έγινε θνητός (βροτός). Και ο θνητός έγινε αυτομάτως φαγώσιμος (βρωτός).
Και η φυλακή μας ντύθηκε τα γιορτινά της, περιμένοντάς μας να έρθουμε να την ζωοποιήσουμε με το ναρκωμένο μας πνεύμα.
Μες στην αναταραχή όμως, κάποιοι “απείθαρχοι” αποστατούν κόντρα στον μέγα αποστάτη.
Επιδιώκουν διακαώς να διαρρήξουν το αυγό του Πάσχα, επικαλούμενοι τα λύτρα που πλήρωσε για αυτούς ο Πατέρας τους.
Για αυτούς παρελθόν, παρόν και μέλλον ενώνονται καρέ-καρέ στον Αιώνα των Αιώνων.
Για αυτούς, χώρος και χρόνος καταλύονται, και οδηγούν στον Τρόπο.
Ζουν μυστικά, ξένοι ανάμεσα σε ξένους, πετώντας σαν αερικά μεταξύ γήινου και υπερκόσμιου.
Είναι ξένοι προς τον κόσμο αυτό και ο κόσμος αυτός δεν τους “σηκώνει”.
Συναντιούνται, σαν μυστικοί συνωμότες, στο μυστικό τους κάστρο.
Εκεί όπου δεν υπάρχει “ψυχή” κι όμως δεν νιώθουν ποτέ μόνοι.
Εκεί όπου κοινωνούν, θυμούνται και αγαπούν.
Εκεί όπου πεθαίνουν στο Εγώ για να γεννηθούν στο Πνεύμα.
Εκεί όπου παίρνουν την πρώτη πρόγευση για όσα θα ακολουθήσουν.
Εκεί ακριβώς τολμούν να συναντήσουν τον μέγιστο πόθο τους, την ακραιφνή Αλήθεια.
Και τότε τα λόγια σταματούν, οι αισθήσεις αδρανοποιούνται και σβήνουν.
Και οι λέξεις αδυνατούν να παράξουν νοήματα.
Στέκονται με δέος στην αίθουσα του θρόνου, προσμένοντας δόξῃ καὶ τιμῇ την στέψη τους.
Αυτό το κάτι που υπερβαίνει το Είναι τους, αυτό τους οδηγεί στην ένωση των αντιθέτων.
Ο βρώμικος κύκλος της γνώσης του καλού και του κακού επιτέλους κλείνει οριστικά.
Η λάβα της καρδιάς και ο ωκεανός του Νου μεταστοιχειώνονται σε μια έννοη, ακέραιη ολότητα.
Όλα τότε “χάνονται” και όλα αποκαλύπτονται.
Και η (όντως) Ζωή μόλις ξεκινάει.