Share Radio Lifo
Share to email
Share to Facebook
Share to X
O πιο γνωστός, ίσως, και πιο δημοφιλής πίνακας του Βερμέερ στο Rijkmuseum στο Άμστερνταμ, η «Γαλατού», δείχνει μια υπηρέτρια να ρίχνει γάλα σε μια πήλινη γαβάθα, ήρεμη, χαλαρή, ακίνητη -όπως τα πάντα γύρω της. Το μόνο που βρίσκεται σε κίνηση είναι το γάλα που ρέει. Το κορίτσι που είναι προσηλωμένο στην πράξη της έχει μπροστά της ένα ολόκληρο καρβέλι και κομμάτια από μπαγιάτικο ψωμί. Ο τρόπος που φωτίζεται το δωμάτιο δείχνει ότι είναι νωρίς το πρωί, που σημαίνει ότι φτιάχνει πρωινό. Η κουζίνα που ο Ολλανδός ζωγράφος (ο οποίος σωστά προφέρεται Φερμέιρ) απαθανάτισε με την τέχνη του βρισκόταν στο σπίτι της πεθεράς του, όπου έζησε με την οικογένειά του από το 1654 και μετά, στην οδό Oude Langendijk, στο κέντρο του Ντελφτ. Η συγκεκριμένη κουζίνα, την οποία ο Βερμέερ έχει απεικονίσει σε δέκα τουλάχιστον πίνακές του, διαθέτει όλες τις ανέσεις της εποχής, θα μπορούσαν δηλαδή να ζυμώνουν και να ψήνουν το δικό τους ψωμί, αλλά το ψωμί που δείχνει ο πίνακας είναι αγορασμένο από φούρνο. Η οικογένεια αγαπούσε ιδιαίτερα το ψωμί του φούρνου και το αγόραζε σε τεράστιες ποσότητες, συνήθως βερεσέ. Όταν πέθανε ο Βερμέερ τον Δεκέμβριο του 1675 (η «Γαλατού» είναι φτιαγμένη το 1658), το ποσό που χρωστούσαν στον φούρναρη Hendrick van Buyten ήταν τεράστιο, 617,3 γκίλντες, όσα δηλαδή χρειαζόταν μια οικογένεια της μεσαίας τάξης της εποχής για να ζήσει για έναν ολόκληρο χρόνο. Έναν μήνα αργότερα, η Catharina Bolnes, η σύζυγος του Βερμέερ, έδωσε στον φούρναρη δύο πίνακες του ζωγράφου ως ενέχυρο, μέχρι να τον ξεπληρώσει. Δεν τους πήρε πίσω ποτέ.
Από το (μπαγιάτικο) ψωμί που χρησιμοποιεί το κορίτσι σε ασυνήθιστα μεγάλη ποσότητα, φαίνεται ότι φτιάχνει ένα είδος χυλού για να φάει η οικογένεια, μουλιάζοντάς το σε γάλα. Ή ίσως φτιάχνει κάποια γέμιση ή πουτίγκα. Το γαλάζιο δοχείο πιθανόν περιέχει μπίρα, ένα συστατικό απαραίτητο για να φουσκώσει η πουτίγκα. Στο βάθος κρέμεται ένα κοφίνι για ψωμί και δίπλα το χάλκινο σκεύος για το γάλα που πουλούσε από πόρτα σε πόρτα ο γαλατάς.
Το ξερό ψωμί και τα απομεινάρια του ψωμιού, του βασικού υλικού για τη διατροφή όλου του πληθυσμού της Ευρώπης εκείνη την εποχή, ήταν πολύτιμα, για πολύ κόσμο και ιερά, και τα χρησιμοποιούσαν με αρκετά δημιουργικούς τρόπους. Στην χριστιανική παράδοση θεωρείται αμαρτία το να πετάς ψωμί, κι όχι μόνο επειδή είναι «σώμα του Χριστού», ήταν το μόνο αγαθό που διέθεταν όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, στην ποιότητα, βέβαια, που μπορούσε να το πληρώσει ο καθένας, -από καλοαλεσμένο λευκό αλεύρι, πολυτελείας, μέχρι εντελώς ταπεινό, από πίτουρο- και το εκτιμούσαν δεόντως. Σε περιόδους μεγάλης πείνας, ακόμα περισσότερο.
Το χειμώνα του 1941, κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, όταν η Αθήνα ήταν αποκλεισμένη και οι άνθρωποι πέθαιναν κυριολεκτικά από την πείνα, ο κόσμος μάζευε ακόμα και τα ψίχουλα και ο Τσελεμεντές έγραφε στις εφημερίδες της εποχής συμβουλές οικιακής οικονομίας:
«Και τώρα ας κάμωμε και λίγη ψιχουλολογία! Προ καιρού ακούονται οι συμβουλές από τους αρμόδιους να μαζεύωμεν τα ψίχουλα και να τα χρησιμοποιούμε στη μαγειρική. Στην αρχή ο πολύς κόσμος το πήρε στ’ αστεία γιατί το νόμιζαν ανάξιο προσοχής. Όσοι όμως δοκίμασαν το μάζεμα, είδον με έκπληξή τους ότι σε μια βδομάδα γέμιζαν ένα σακουλάκι. Και όσοι δεν το πιστεύουν ακόμα, ας ακούσουν μια στατιστική του Υπουργείου Αγορανομίας. Υπολογίζοντας 8 δράμια ψίχουλα την ημέραν, από κάθε οικογένειαν -και τα οποία επήγαιναν στα σκουπίδια- έχουμε ένα ποσόν ημερησίως από τόνους σιτάρι. Και ούτω πετούμε στον τενεκέ των σκουπιδιών μία ποσότητα από ψίχουλα που κοστίζουν τον χρόνον περί τα 100 εκατομμύρια δραχμάς. Αν τα υπολογίσουμε 4 δράμια μόνον την ημέραν, τώρα που δεν είναι άφθονο, έχουμε πάλι περί τα 50 εκατομμύρια σπατάλη. Και αν θέλωμεν να κάμωμε και άλλο σκόντο στο τέταρτο, δεν είναι λίγα τα 25 εκατομμύρια να πηγαίνουν στα σκουπίδια. Να λοιπόν τι αξίζει να μαζεύωνται τα ψίχουλα».
Είναι πολύ ενδιαφέρουσες οι ιστορίες για το ψωμί που έσωσε τον κόσμο από την πείνα. Το 1801 έγινε ολόκληρη εξέγερση στη Βρετανία, όταν το 1801 πέρασε ο περιβόητος «Νόμος του Μπαγιάτικου Ψωμιού»:
Το 1800 η Βρετανία ξέμεινε από ψωμί. Από 1793 ήταν σε πόλεμο με τη Γαλλία και, για να μπορεί να ταΐσει τον στρατό που πολεμούσε τον εχθρό, η κυβέρνηση αγόραζε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σταριού. Επιπλέον, ο πόλεμος καθυστερούσε την εισαγωγή σιτηρών στη Βρετανία, έτσι τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα για τον πληθυσμό του νησιού, γιατί η διατροφή του βασιζόταν κυρίως στο ψωμί. Το ψωμί ήταν η βασική τροφή των φτωχών, -στην επαρχία επειδή ήταν εύκολο για τους ανθρώπους να το ψήσουν μόνοι τους, και στις πόλεις επειδή ήταν αρκετά φτηνό για όλους. Το πρωινό των παιδιών ήταν ξερό ψωμί, οι εργάτες έτρωγαν για μεσημεριανό ψωμί και τυρί, οι γυναίκες τους έτρωγαν ψωμί και λαρδί, οι θαμώνες των παμπ συνόδευαν το ποτό τους με ψωμί και παστή ρέγκα. Γενικά, έξι μέρες την εβδομάδα, το κύριο γεύμα των ανθρώπων ήταν ψωμί με μικρά κομμάτια παστού κρέατος –πλην της Κυριακής. Από την ώρα που άρχισε ο πόλεμος, η τιμή των δημητριακών άρχισε να ανεβαίνει υπερβολικά και οι άνθρωποι έφτασαν στα πρόθυρα λιμοκτονίας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1790 οι σοδειές ήταν πολύ κακές λόγω των καιρικών συνθηκών (υπερβολικά ζεστά καλοκαίρια και δριμύ ψύχος το χειμώνα), που επιδείνωσαν κι άλλο την κατάσταση των φτωχών αγροτών, γιατί ενώ είχαν μια σχετική αυτάρκεια αγαθών, βρέθηκαν να αγοράζουν τα περισσότερα από τα φαγώσιμα.
Με ελάχιστο κρέας στη διατροφή τους, οι φτωχοί έπαιρναν τα απαραίτητα συστατικά από το ψωμί που συνόδευαν με τυρί και ψαρικά, κυρίως όστρακα και παστή ρέγκα. Σε συνθήκες αναγκαστικού εγκλεισμού οι πιο πολλοί άνθρωποι έπρεπε να αγοράσουν το φαγητό τους, είτε επειδή δεν είχαν την πολυτέλεια να έχουν φούρνο μέσα στο σπίτι, είτε γιατί τα ξύλα είχαν γίνει πανάκριβα -και απαγορευόταν να βγουν στα δάση για να μαζέψουν. Οι φούρνοι έψηναν ψωμί και πίτες, για να μπορεί η κυβέρνηση να ελέγξει την κατάσταση.
Οι εξεγέρσεις του 1795-96, σε συνδυασμό με την αναταραχή του πολέμου, προετοίμαζαν το έδαφος για μια γενικευμένη επανάσταση στη Βρετανία, έτσι η κυβέρνηση του Γουίλιαμ Πιτ έλαβε πολύ δραστικά μέτρα. Συνέλαβαν όλους τους υποκινητές και τις ομάδες των διαφωνούντων και απαγόρεψαν όλες τις συγκεντρώσεις. Σε πολλές περιοχές της χώρας οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν, αλλά το 1800 οι αυστηρές τιμωρίες και η καταδίωξη των επαναστατών οδήγησαν σε καταστολή των εξεγέρσεων, οι οποίες, ένα χρόνο αργότερα, όταν επιβλήθηκαν κανόνες στην κατανάλωση ψωμιού, σταμάτησαν εντελώς. Για να ηρεμήσουν τα πνεύματα αλλά και για να μην λιμοκτονεί ο κόσμος, αποφασίστηκε η απαγόρευση της πώλησης φρέσκου ψωμιού –το 50% του ψωμιού που πουλιόταν καθημερινά στους δρόμους του Λονδίνου καταναλωνόταν ζεστό, μόλις το αγόραζαν από τον φούρνο. Ο νόμος επέβαλε στους φούρνους να πωλούν μόνο μπαγιάτικο ψωμί (έπρεπε υποχρεωτικά να το κρατήσουν για 24 ώρες από τη στιγμή που το ξεφούρνιζαν), επειδή σε χορταίνει 20% περισσότερο, οπότε χρειάζεσαι να φας μικρότερη ποσότητα. Το φρέσκο ψωμί θεωρήθηκε πολυτέλεια για τους φτωχούς.
Ο Νόμος του Μπαγιάτικου Ψωμιού ίσχυσε μόνο για έναν χρόνο, γιατί όσο σκληρά κι αν προσπάθησε η κυβέρνηση, δεν κατάφερε να τον επιβάλλει. Οι αρτοποιοί καταπάτησαν τον νόμο αρκετές φορές, παρότι η τιμωρία ήταν ακόμη και κατάσχεση του φούρνου και δήμευση της περιουσίας τους, αλλά αυτοί που την πλήρωσαν για άλλη μια φορά ήταν οι φτωχοί, που άρχισαν να πεθαίνουν από την πείνα. Η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη τις επόμενες δεκαετίες, όταν η ανεργία και η έλλειψη βασικών αγαθών οδήγησε πολύ κόσμο στον θάνατο από ασιτία. Η πατάτα που είχε ήδη εμφανιστεί στην Νότια Ευρώπη και ήταν φτηνή τροφή, αλλά στην Αγγλία, από μία παρεξήγηση, θεωρήθηκε δηλητηριώδης κι έπρεπε να περάσουν χρόνια για να αποκατασταθεί η φήμη της. Ωστόσο, το 1812, η πατάτα έσωσε από τη λιμοκτονία έναν μεγάλο αριθμό αγροτών στην Σκωτία.
Όσο για σήμερα, επειδή το ψωμί έπαψε να είναι ιερό και οι άνθρωποι δεν το έχουν πλέον ανάγκη για την επιβίωσή τους, τεράστιες ποσότητες ψωμιού, φρατζόλες ολόκληρες, καταλήγουν σε κάδους σκουπιδιών και χωματερές. Βλέποντας αυτή την ασύδοτη σπατάλη, δύο λάτρεις της μπίρας στις Βρυξέλες σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν το πεταμένο μπαγιάτικο ψωμί για να φτιάξουν μπίρα. Η Babylon έγινε περιζήτητη, έτσι μια αμερικάνικη εταιρεία, η Toast Ale, τους μιμήθηκε, χρησιμοποιώντας όλα τα ληγμένα προϊόντα των τοπικών φούρνων και των σούπερ-μάρκετ που είναι φτιαγμένα από αλεύρι δημητριακών. Η πρακτική της μετατροπής ψωμιού σε «θεϊκό ποτό» είναι πολύ παλιά, τουλάχιστον εφτά χιλιάδων χρόνων στην αρχαία Αίγυπτο και την Μεσοποταμία, αλλά και πιο σύγχρονη, γιατί οι Ρώσοι, όπως και οι περισσότεροι ανατολικο-Ευρωπαίοι, φτιάχνουν από μπαγιάτικο ψωμί (κυρίως σίκαλης) ένα από τα πιο αγαπημένα αλκοολούχα ποτά τους, το κβας, στο οποίο προσθέτουν ένα είδος προζυμιού που προκαλεί τη ζύμωση, ζάχαρη και φρούτα
Πριν τα κορν φλέικς μπουν στην ελληνική διατροφή ως πρωινό, το ξερό ψωμί μουσκεμένο σε γάλα ήταν το κλασικό γεύμα το πρωί («ντρουβάλα» το έλεγε ο παππούς μου), ενίοτε βουτηγμένο και σε κρασί, ακριβώς όπως έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες στον ακρατισμό. Το κρασί με το κριθαρένιο ψωμί ήταν το πρώτο δείπνο της ημέρας για τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους στρατιώτες –οι οποίοι το βουτούσαν και σε ξίδι. Απ’ αυτό το μούλιασμα του ψωμιού, το κοπάνισμά του μαζί με σκόρδο και το αραίωμα του μίγματος με κάποιο υγρό -που ήταν κανονικό γεύμα για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Μεσογείου-, προέκυψε και η ελληνική σκορδαλιά αλλά και η σαλμορέχο, η κρύα ντοματόσουπα που βρίσκεις στα μενού των εστιατορίων όλης της Ισπανίας, αλλά είναι ανδαλουσιανό φαγητό, του νότου, της Λα Μάντσα ή της Ανδαλουσίας. Παλιότερα γινόταν χωρίς ντομάτα, σήμερα η ντομάτα είναι αυτή που στο πιάτο κυριαρχεί. Η γκασπάτσο ίσως να είναι πιο δημοφιλής σούπα, αλλά η σαλμορέχο είναι ασύγκριτα καλύτερη, με την προσθήκη ψωμιού, που την κάνει πιο πυκνή, περισσότερο κρεμώδη. Είναι κι αυτό από τα μεσογειακά φαγητά που φτιάχνονται με όσα υλικά υπάρχουν πρόχειρα, με το μπαγιάτικο ψωμί να μπαίνει στη σούπα για να μην πάει τίποτα χαμένο.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την σαλμορέχο που φάγαμε ένα βράδυ στη Γρανάδα, σε ένα μαγαζί που είχε σπεσιαλιτέ σαλιγκάρια, όχι ιδιαίτερα κρύα, απλά δροσερή. Η γκασπάτσο περιέχει επιπλέον πιπεριά κι αγγούρι και είναι πιο υδαρής, ενώ η σαλμορέχο είναι «καθαρή» ντοματόσουπα, περιέχει μόνο ντομάτες και κανένα άλλο λαχανικό, εκτός από λίγο σκόρδο. Ή πολύ σκόρδο. Η συνταγή της ταβέρνας λέει τρεις σκελίδες, αλλά η σούπα που φάγαμε δεν ήταν τόσο πικάντικη. Το ψωμί που λιώνουν μαζί με το λάδι και την ντομάτα δίνει στη σούπα μια κρεμώδη υφή, σαν να έχει κρέμα γάλακτος, ενώ δεν έχει ούτε ίχνος. Συνήθως την συνοδεύουν με ψιλοκομμένο βραστό αυγό και λεπτές φέτες χαμόν.
Το πιο βασικό για να την επιτυχία της σαλμορέχο είναι η καλή ποιότητα της ντομάτας. Αυτό σημαίνει ντομάτα εποχής, από τα μέσα του καλοκαιριού μέχρι και το τέλος του φθινοπώρου. Αλλιώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις ντοματίνια, αλλά τότε η διαδικασία γίνεται πιο δύσκολη, γιατί πρέπει να τα κόψεις στη μέση, να τα αλείψεις με λάδι και να τα ψήσεις για λίγο σε δυνατό φούρνο μέχρι να μαλακώσουν (κανένα δεκάλεπτο). Τα ξεφλουδίζεις και κρατάς τη σάρκα τους και όλα τα ζουμιά που έχουν βγάλει. Μετά τα λιώνεις μαζί με το σκόρδο και το λάδι.
Για τέσσερις μερίδες:
8 μέτριες ντομάτες, μία φραντζόλα μπαγιάτικο ψωμί (με αρκετή ψίχα), ένα φλιτζάνι παρθένο ελαιόλαδο, μία μέτρια σκελίδα σκόρδο, λίγο ξίδι από κρασί, όχι πολύ δυνατό, μια πρέζα αλάτι, πιπέρι, 2 αυγά καλά βρασμένα, φέτες από χαμόν ή προσούτο.
Χτυπάμε στο μπλέντερ το σκόρδο με λίγο από το λάδι μέχρι να λιώσει καλά.
Χαράζουμε τις ντομάτες στο κάτω μέρος σταυρωτά, τις βουτάμε για λίγο σε βραστό νερό και καθαρίζουμε την φλούδα. Κόβουμε τα σκληρά μέρη και τις ρίχνουμε στο μπλέντερ. Χτυπάμε μέχρι να λιώσουν καλά, προσθέτουμε το ξίδι. Βγάζουμε την ψίχα (χρειαζόμαστε περίπου δύο φλιτζάνια) και την ρίχνουμε τριμμένη μέσα στην ντομάτα βουτώντας τη με ένα κουτάλι για να μουσκέψει. Βάζουμε το μπλέντερ στην δυνατή ένταση μέχρι να ενσωματωθεί καλά το ψωμί και ρίχνουμε λίγο-λίγο όλο το υπόλοιπο λάδι, μέχρι να αποκτήσει η σούπα την σωστή υφή (πρέπει να είναι αρκετά πηχτή). Αν χρειαστεί, προσθέτουμε και άλλη ψίχα ψωμιού. Αλατίζουμε δοκιμάζοντας για να αποκτήσει η σούπα την επιθυμητή ένταση. Σερβίρουμε ψιλοκόβοντας μισό αυγό σε κάθε μερίδα και όσο χαμόν θέλουμε. Προσθέτουμε πιπέρι.
Με ντοματίνια γίνεται καλύτερη.
Ο διαβήτης τύπου 1 είναι ένας τύπος διαβήτη που εμφανίζεται κυρίως στην παιδική και εφηβική ηλικία. Ποια είναι τα δύσκολα περάσματα της νόσου; Τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια; Πόσο έχει βοηθήσει η τεχνολογία;
Μια εκ βαθέων εξομολόγηση από την Ελένη Φάκου που νόσησε στα δώδεκα της χρόνια της και ζει τριάντα χρόνια τώρα με τη νόσο έχοντας παρακολουθήσει αλλά και δοκιμάσει τις περισσότερες νέες θεραπείες. Στη συζήτηση συμμετέχει και ο Γιώργος Καλιφρονάς ψυχοθεραπευτής ειδικευμένος σε ομάδες στήριξης διαβητικών.
Οι κάλτσες είναι αυτή η όμορφη έκπληξη που συνδέει το ρούχο με το παπούτσι. Aυτή η μικρή επιφάνεια ανοιχτή στο να δεχτεί ένα σωρό μηνύματα, όλα τα χρώματα κι όλη την παιδικότητα του κόσμου, ακόμα κι όταν το υπόλοιπο ντύσιμο είναι ήσυχο.
Έντονα χρώματα, ποπ αισθητική, κάλτσες που κατασκευάζονται από ελληνικό βαμβάκι υψηλής ποιότητας, πλέκονται σε μικροβιοτεχνίες της Αθήνας και συσκευάζονται σε επαναχρησιμοποιήσιμα γυάλινα βαζάκια. H Ode to socks της Ξένια Βατικιώτη είναι μια εταιρεία που υπάρχει εδώ και έξι χρόνια.
Έμπνευση για το όνομα του brand αποτέλεσε το αγαπημένο της ποίημα, το ομώνυμο ποίημα δηλαδή του Πάμπλο Νερούδα, ένα ποίημα που αναφέρεται στην ευτυχία που προκάλεσε στον ποιητή ένα ζευγάρι κάλτσες που του έκανε δώρο μία φίλη του που τις είχε πλέξει η ίδια. Αυτήν τη χαρά που αντλούμε από τα μικρά, καθημερινά πράγματα θέλησε να υπενθυμίσει και η ίδια η Ξένια δημιουργώντας τις κάλτσες της εταιρείας της.
Η Ματούλα Κουστένη βουτά στα άδυτα μιας βαθιάς φιλίας, αυτής των Γιόζεφ Γιόακιμ και Γιοχάνες Μπραμς, που στηρίχτηκε στην καλλιτεχνική ιδιοφυία και την χημεία αυτών των δύο μουσικών αφήνοντας ένα μοναδικό ενθύμιο, το Κοντσέρτο για Βιολί και Ορχήστρα που υπογράφει, ποιος άλλος; Ο Γιοχάνες Μπραμς.
Ο εικασάχρονος βιολονίστας Γιόζεφ Γιόακιμ και ο συνομίληκός του Γιοχάνες Μπραμς, ο οποίος εκτός από μουσουργός υπήρξε σπουδαίος πιανίστας, συνδέθηκαν με στενούς δεσμούς από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Κι ενώ ο Μπραμς, τον Μάιο του 1893 ήταν άγνωστος ακόμα ο Γιοακίμ ήταν ήδη διάσημος και αναφερόταν ως ο πλέον ανερχόμενος βιολονίστας της εποχής του.
Αρκεί μια βόλτα στο σούπερ μάρκετ για να καταλάβει κανείς τη μανία με την πρωτεΐνη. Τυριά με extra πρωτεϊνη, σοκολάτες, μακαρόνια, ψωμί, πουτίγκα, δημητριακά, μπισκότα. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Αν η συσκευασία γράφει ότι το προϊόν είναι υψηλό σε πρωτεϊνη, ή είναι πρωτεϊνούχο τότε πολύ πιθανό να βρεθεί στο καλάθι των αγορών σας.
Ο περισσότερος κόσμος βλέπει τις πρωτεϊνες σαν ένα είδος «ελιξιρίου υγείας». Μας βοηθούν να χάσουμε βάρους, να χτίσουμε μυς και μας κρατάνε χορτάτους για περισσότερη ώρα. Όμως υπάρχουν πράγματι στοιχεία που να δείχνουν ότι όλα αυτά τα τρόφιμα και ποτά, «εμπλουτισμένα πρωτεΐνες» είναι ευεργετικά;
Πριν από λίγο καιρό ο δωδεκάχρονος γιος μου γύρισε τρομοκρατημένος από το σχολείο και μου είπε ότι κάποιο παιδί έφτιαξε ένα ψεύτικο κολάζ με το κεφάλι του και από κάτω κόλλησε μια γυμνή φωτογραφία έτσι ώστε να φαίνεται ότι είναι ο ίδιος. Έτρεμε σαν το ψάρι και φοβόταν ότι όλο αυτό θα εξαπλωνόταν μέσα από το Snapchat και θα το μάθαινε όλο το σχολείο.
Τι κάνουμε σ' αυτές τις περιπτώσεις; Δεν είχα ιδέα. Πρώτα έπρεπε να καθησυχάσω το παιδί και μετά να ενημερώσω το σχολείο που μου μίλησε για τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Και μόνο το όνομα της υπηρεσίας με έκανε να το σκεφτώ μια δεύτερη φορά αλλά τελικά όταν σου συμβαίνει κάτι ανάλογο, είναι οι μόνοι που μπορούν να σε βοηθήσουν.
Σ' αυτό το podcast κάνω μαζί τους μια συζήτηση για να δω τι μου προτείνουν και τι μπορείς να κάνεις τελικά, αν το παιδί σου μπλέξει σε μια τέτοια δυσάρεστη κατάσταση.
H Ντίνα Καράτζιου συζητά με τον Αντώνη Τσαγκαράκη, Επίκουρο Καθηγητή Γεωργικής και Παραγωγικής Εντομολογίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, για τα έντομα που έχουν πάρει το πράσινο φως από την Κομισιόν ως τρόφιμα, και τους λόγους και τις αιτίες που αυτό συνέβη.
Με σημείο αναφοράς την κλιματική κρίση η Κομισιόν βάζει στο τραπέζι των Ευρωπαίων τη βρώση εντόμων. Η στόχευση δεν είναι να εισάγει νέες πιο εκκεντρικές διατροφικές επιλογές για τους πολίτες των κρατών μελών, αλλά η απόφαση, εδράζεται στη παραδοχή, ότι τα έντομα ως τρόφιμα και ως ζωοτροφή, μπορούν να συμβάλλουν στη βιωσιμότητα του επισιτιστικού συστήματος.
Ο Αντώνης Τσαγκαράκης εξηγεί πώς μπορούμε να μάθουμε αν καταναλώνουμε ήδη έντομα, τα οποία μπορεί να εμπεριέχονται ως συστατικό σε κάποιο προϊόν και εμείς απλώς το αγνοούμε.
Ποιες είναι οι σημάνσεις που πρέπει να φέρουν αυτά τα προϊόντα, ποια είναι τα κενά του νόμου, αλλά και πως τα έντομα έχουν περάσει στη διατροφή μας πριν κάποια από αυτά, θεωρηθούν ακόμη τρόφιμα, αφού πολύ νωρίτερα, είχαν εγκριθεί η εκτροφή εντόμων για την παραγωγή ζωοτροφών.
Ο Αντώνης Τσαγκαράκης μιλάει όμως και για ένα ακόμη έντομο, που δεν το τρώμε, αλλά μας θρέφει αυτό. Τη μέλισσα.
«Τον εγγυητή της βιοποικιλότητας» όπως λέει, που σήμερα, πιέζεται αφόρητα από την κλιματική αλλαγή, την εκτεταμένη οικιστική ανάπτυξη και τη συρρίκνωση του δασικού πλούτου.
Εξηγεί στην Ντίνα Καράτζιου γιατί φέτος στις Κυκλάδες πολλοί μελισσοκόμοι δεν έβγαλαν θυμαρίσιο μέλι και γιατί στην Πάρνηθα εκτοπίστηκαν οι μέλισσες από τις εκτάσεις που βρίσκονται υπό μεταπυρική αναγέννηση, κάνοντας έκκληση προς το αρμόδιο δασαρχείο να επιτρέψει «στον πιο αποτελεσματικό επικονιαστή που υπάρχει στη φύση» να μπει ξανά στο δάσος.
The podcast currently has 333 episodes available.
17 Listeners
6 Listeners
41 Listeners
8 Listeners
11 Listeners
6 Listeners
9 Listeners
3 Listeners
24 Listeners
14 Listeners
8 Listeners
9 Listeners
2 Listeners
3 Listeners
1 Listeners